Κοτσιδοραβδούλης : Η Γένεση - Genesis


Πετάριζε με τα διάφανα φτεράκια του ολόγυρα σε μία συγκεκριμένη λάμπα του δρόμου που δεν είχε πολύ δυνατό φως και ώρες ώρες τρεμόπαιζε αδύναμα και τσιτσίριζε σαν έτοιμη να σβήσει αλλά που ποτέ δεν έσβηνε... Έμενε σχεδόν πάντα μ' ένα υποτονικό φως και φαίνεται πως γι' αυτό ευθυνόταν πάλι η ηλεκτρική σύνδεση. Εξάλλου γι' αυτό η ηλεκτρική εταιρεία αντικατέστησε πλήρως τον στύλο στη γειτονιά. Ο προηγούμενος είχε χτυπηθεί από κεραυνό. Έτσι, όση "επαφή" δεν έκανε η λάμπα με τον ηλεκτρικό "ομφάλιο λώρο" της - τον μεταλλικό σωλήνα με τα καλώδια που την ένωνε με τον στύλο - άλλη τόση επιχειρούσε να κάνει το περίεργο και πειραχτήριο ξωτικάκι μας με τη νέα "λάμπα". Είχε μια διάθεση και τάση - ουχί ηλεκτρική, αλλά - προσέγγισης προς αυτά τα ανθρώπινα κατασκευάσματα - από μικρούλικο. Ίσως γιατί και η αρχή της ζωής του σηματοδοτήθηκε από μία τέτοια τυχαία, ατυχηματική "εκκένωση" μερικών δεκάδων βολτ.

Τα ψιθυρίσματα του τόπου μεταξύ των κουτσομπόληδων λένε πως δεν γεννήθηκε σε σπιτάκι κανονικό αλλά σ' ένα χώρο σωφρονιστικής "φροντίδας' που βρισκόταν λίγο πιο έξω από τον τόπο, πέρα από το γεφύρι του ποταμού, από μια μητέρα που ήταν έγκλειστη εκεί. Κανείς δεν ξέρει πώς βρέθηκε αυτή η κοπέλλα στον τόπο, κανείς δεν ήξερε κάτι για την καταγωγή της, απλά από κάποια στιγμή και πέρα οι κάτοικοι είχαν αρχίσει να βλέπουν μέσα στην καθημερινότητά τους ένα περίεργο, λίγο "μεγαλωμένο" κορίτσι. Το κορίτσι αυτό, αφότου έγινε γυναίκα, τριγυρνούσε στον τόπο σχεδόν πάντα βουβή αλλά όποιος της έπιανε την κουβέντα εκείνη πάντα ευφάνταστα έλεγε ότι είναι έγκυος σε "κάτι που πετάριζε μέσα της". Ο κάθε "συνομιλητής" της βέβαια πρώτα κεραυνοβολείτο από τη διαπίστωσή του πως η "βουβή" μιλούσε και μετά από τα "αλλόκοτα" που ξεστόμιζε. Έλεγε ακόμη πως αυτό συνέβη όταν "μεγάλωσε" και άρχισε να τριγυρνάει ανάμεσα σε τούτη τη μικρή κοινωνία και συμπλήρωνε - με νόημα - πως πολλά αγόρια την είχαν "πειράξει". Η αλήθεια είναι βέβαια πως ήταν πολύ ομορφούλα με κατάμαυρα μαλλιά και σταχτιά γαλαζοπράσινα μάτια κι ένα πολύ καλοβαλμένο κορμάκι. Εμφανώς λοιπόν δεν είχε κοιλίτσα εγκύου οπότε κανείς δεν την έπαιρνε στα σοβαρά μ' όσα κι αν έλεγε εκείνη. Βέβαια σε μια τέτοια μικρή και συντηρητική κοινωνία τα σούσουρα αυτά εντείνονταν με τον καιρό καθώς και τα λοξοκοιτάγματα μεταξύ τους κι έτσι οι υπολήψεις πολλών είχαν αρχίσει να ενοχλούνται καθώς σιγά σιγά - και ανυπόστατα εν τέλει - εδραιωνόταν η "είδηση" πως - αν όχι όλα - τα περισσότερα αρσενικά είχαν βάλει το πουλ... εεε το "χεράκι" τους. Η αδιαφορία για την φαινομενικά άκακη "έγκυο" έδινε σιγά σιγά τη θέση της στην ενόχληση και την αποστροφή όταν τύχαινε να τη συναντούν στις δυο πλατείες που είχε ο τόπος και στα τέσσερα κεντρικά δρομάκια του.

Πέρασε πολύς καιρός με αυτή την συγκρατημένη και ανεκτική, αμοιβαία "ένοχη" αλλά και γι' αυτό από κοινού συγκαταβατική στάση όλων, όταν μια μέρα το κορίτσι εθεάθη σχεδόν γυμνό στη Μεγάλη Πλατεία με τον Χώρο Λατρείας. Έβγαζε κάτι περίεργες, απόκοσμες φωνές που λίγο έμοιαζαν με ήχους ανθρώπινους και κινιόταν έντονα σαν σε είδος χορού αρχέγονου σα να υπάκουγε σε κάποια έντονη ρυθμική υποβολή. Τα κατάμαυρα πλούσια μαλλιά της δημιουργούσαν εντυπωσιακές αέρινες ακαθόριστες εικόνες στον χώρο και σιγά σιγά όσοι ήταν γύρω κόνταιναν το βήμα τους για να κοιτάξουν την "εκστασιασμένη" από κοντά. Κάποιοι απέστρεφαν το βλέμα τους, κάποιοι έκρυβαν τα πρόσωπα των παιδιών που είχαν μαζί τους, κάποιοι συνεπαίρνονταν από αυτό που έβλεπαν, το έβλεπες, ήταν φανερό απ' το πόσο έντονα κοιτουσαν - σχεδόν κι αυτοί μαγεμένοι. Κάποια στιγμή το κορίτσι έπεσε ανάσκελα σαν σε στάση θυσίας, το λαχταριστό της κορμί καμπυλωμένο σαν τόξο στο έδαφος ακουμπισμένη στους αγκώνες της και με το κεφάλι ριγμένο πίσω, σαν κρεμασμένο από τον λαιμό τελείως κάτω. Κάποιοι παρατήρησαν πως τα μάτια της είχαν γυρίσει και τότε επενέβη ο γιατρός του τόπου. Ο ίδιος και τρεις τέσσερεις άλλοι τη σήκωσαν με πολλή προσπάθεια είναι η αλήθεια διότι - αν και φαινόταν εύθραυστη ύπαρξη - οι κινήσεις της αντίστασής της ήταν έντονες και δυνατές. Κατάφεραν να τη βάλουν στην άμαξα του γιατρού και να την πάνε σ' εκείνο τον χώρο σωφρονιστικής "φροντίδας" όπου την "έκλεισαν" για πάντα. Από τότε κανείς δεν την ξαναείδε μα μόνο για το "γέννημά" της μαθεύτηκε η ακόλουθη ιστορία :

Αρκετές φορές στη διάρκεια του εγκλεισμού της, της έκαναν "θεραπευτικές συνεδρίες" με ηλεκτρισμό. Μία από τις γυναίκες που την φρόντιζε διηγήθηκε ότι μία μέρα - κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας συνεδρίας - είδαν να κυλάει αίμα από το κάτω μέρος του σώματός της. Σήκωσαν το σεντόνι που την σκέπαζε και διαπίστωσαν ότι ήταν έτοιμη να γεννήσει "κάτι". Οι παρευρισκόμενες κοιτάχτηκαν μεταξύ τους με απορία αλλά και λίγο τρόμο. Αφού η "αλαφροϊσκιωτη" δεν ήταν - ή δεν φαινόταν - έγκυος! Τελικά η θεραπευτική συνεδρία μεταλλάχτηκε σε τοκετό ενός πολύ περίεργου πλάσματος. Όταν το τράβηξαν από μέσα της - κόβοντας έναν πολύ περίεργο ομφάλιο λώρο σαν καλυμμένο με πολύ μαλακές φολίδες - αυτό που προλαβαν να δουν ήταν ένα πλασματάκι πολύ όμορφο που ούτε εξ ολοκλήρου ανθρωπάκι ήταν, ούτε πετούμενο ! Ναι... πετούσε ! Αμέσως όταν το ελευθέρωσαν από το σώμα της αντίκρυσαν "κάτι" που έμοιαζε με τεράστια πανέμορφη νύμφη γιγαντιαίας πεταλούδας, σκουρόχρωμη με κυρίαρχο το πορφυρομώβ και με αρκετά δυνατά, διάφανα - σκούρα κι αυτά όμως - φτεράκια. Το πλασματάκι τους ξέφυγε σχεδόν αμέσως και πετάριζε σε όλο το δωμάτιο γελώντας δυνατά και χαριτωμένα σα να τις κορόιδευε. Οι γυναίκες είχαν μείνει ούτε έντρομες, ούτε εντυπωσιασμένες, ούτε χαρούμενες, όλ' αυτά μαζί και σίγουρα αποσβωλομένες με αυτό που μόλις "ξεγέννησαν". Πώς θα το έπιαναν αυτό το πετούμενο "ομορφοτερατάκι"; Πηδούσαν επιτόπια στον αέρα μήπως κάποιο ζευγάρι χέρια κατόρθωνε να το πιάσει αλλά ύστερα από αρκετή ώρα πάρα πολλές προσπάθειες απέβησαν άκαρπες. Τελικά μία απόχη ψαρέματος - καθώς το οίκημα βρισκόταν κοντά στον ποταμό  που το χώριζε από τον τόπο - έκανε τη δουλειά! Χρειάστηκε να κρατάνε το "τερατομορφάκι" δυο τρεις γυναίκες μαζί δυνατά αλλά και απαλά μαζί για να το πλύνουν και να το καθαρίσουν από τα της "γέννας". Ίδια δυνατό με τη μητέρα του όταν χρειάστηκε να την ακινητοποιήσουν εκείνη την ημέρα στη Μεγάλη Πλατεία για να τη φέρουν εδώ... Όταν πια ύστερα από τόση ώρα κατάφεραν να "φασκιώσουν" το "νεογέννητο", γύρισαν να κοιτάξουν τη Μάνα. Απασχολημένες καθώς ήταν με το εναέριο "ψάρεμα" του "πετούμενου" δεν πρόσεξαν καν πως η Μάνα του δεν ζούσε πια, είχε αφήσει την τελευταία της πνοή καθώς το γένημμά της τις ταλαιπωρούσε...

συνεχίζεται...

1 comment:

Κ. said...

Μα είναι υπέροχο !!!