Η πολυάσχολη νεράιδα Νερά-ειδα και το ξωτικό άντεβρεΞουτ

...ένα διαφωτιστικό και παιδαγωγικό παραμυθάκι για μεγάλα παιδιά

<Ξ> : εεπ!... πού πας εσύ φουριόζα ;
<Ν> : Έχω δουλειές, άσε με... Έχω να ταίσω σπίτια και οικογένειες που υποφέρουν, έχω να ποτίσω χωράφια, έχω να γιάνω ζώα και ανθρώπους, άλλους να παρηγορήσω, άλλους να συμβουλέψω, άλλους να συνετίσω ...
<Ξ> : καλά, εσύ δεν ειδικεύεσαι σε κάτι ; Το μαγικό σου ραβδάκι δεν αγγίζει απλώς κατι και το μεταμορφώνει ; Ξέρουμε ότι οι νεράιδες κάνετε τα άσχημα όμορφα κυρίως - αλλά κι αν κάνετε το αντίθετο είναι για να τιμωρήσετε κάποιον πολύ κακό...
<Ν> : Αυτά τα λένε τα παραμύθια και κυρίως για μικρά παιδιά που, ξέρεις, δεν πρέπει να τα τρομάζεις αλλά ούτε και να τα κακομαθαίνεις... γιατί αν το παιδάκι πιστέψει πως μια νεράιδα μπορεί να τα κάνει όλα τότε δεν θά 'χει για τι ν' αγωνιστεί στη ζωή του καθώς θα μεγαλώνει... Θα μου πεις, το ζήτημα είναι να βρει νεράιδα, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία... Τέλος πάντων, οι πραγματικές νεράιδες μπορούν να τα κάνουν όλα, είπε η Νερά-ειδα και τίναξε έτσι με λίγη (δικαιολογημένη είναι αλήθεια) ξιππασιά τα πλούσια μακριά ξανθά μαλλιά της... Όχι σαν τις άλλες τις νεράηδίες που απλώς κουνάνε το ραβδάκι τους, το ακουμπάνε εκεί που χρειάζεται και βγαίνουν αστεράκια και ο άλλος νομίζει ότι έγινε το καλό...
<Ξ> : αααα - έκανε συμπερασματικά ο άντεβρεΞουτ έχοντας ήδη τα χέρια πίσω από το κεφάλι του καθώς ήταν αραγμένο ξαπλωτό σ' ένα από τα κοντόχοντρα κλαδιά του μπαομπαμπ... ταυτόχρονα τεντωνόταν και άλλαζε τα πόδια του στην σταυροπόδι θέση του
<Ν> : εμείς, οι καλές νεράιδες, δεν είμαστε σαν και του λόγου σας τα ξωτικά που όλο σκανταλιές σκαρώνετε νυχτιάτικα και ανακατώνετε τους ανθρώπους
<Ξ> : ναι αλλά κι εμείς προσφέρουμε όλες εκείνες τις μικροαγωνιούλες, τα σκιρτήματα, τις τρομάρες, τις αναπάντεχες συναντήσεις μεταξύ τους που δίνουν αυτή την πικάντικη νότα στις ζωές των ανθρώπων... φαντάζεσαι να ήταν όλα έτσι όπως τα αφήνετε εσείς ; σχεδόν τέλεια ; βέβαια, εντάξει δεν τα προλαβαίνετε και όλα για όλους οπότε πάντα υπάρχει περιθώριο να μην πειράξουμε κι εμείς κάτι...
<Ν> : ε, βέβαια, πού να προλάβουμε κι εμείς με τόσο κόσμο ... και φαντάσου ότι πρέπει να τα παρακολουθούμε όλα, όταν αλλάζουν οι διαθέσεις τους θα πρέπει σχεδόν να μαντεύουμε το τι θα ήθελαν να γίνει και περίπου να το πετυχαίνουμε... αλλιώς τι νεράιδες θα ήμασταν αν πέφταμε έξω... βέβαια θα μου πεις, οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι τους περιμένει στη ζωή τους οπότε δεν ξέρουν αν αυτό που τους "βρίσκει" κάθε φορά είναι για καλό ή για κακό... εξάλλου μην ξεχνάμε κι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της "δουλειάς" μας : πρέπει να τους διαπαιδαγωγούμε ! ... δεν πρέπει να τους τα "φέρνουμε" όλα τέλεια γιατί τότε γίνονται μαλθακοί... και η πολλή ευτυχία βλάπτει αν δεν έχει κερδηθεί με λίγη προσπάθεια, καλωσύνη, ταπεινότητα... κι εδώ ερχόμαστε σ' ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο της "δουλειάς" μας : πρέπει να παρακολουθούμε την πορεία όσων βοηθάμε... ξέρεις τι δουλειά έχω αφότου τελειώσω την εργάσιμη μέρα μου ; Πόσα αρχεία πρέπει να ενημερώσω στον υπολογιστή μου, πόσα reminders να βάλω, τι στατιστικά στοιχεία πρέπει να μαζεψω για να καθορίσω τι θα κάνω και σε ποιον ; ξέρεις τι αλγορίθμους φτιάχνω για να βαθμολογώ τη συμπεριφορά τους κι αναλόγως να "συμβάλλω" στη ζωή τους ; ... άσ'τα... πώς κάνουν οι τράπεζες που δέχονται κόσμο μέχρι τις 2.30 το μεσημέρι και όλοι νομίζουν ότι μετά το κλείνουν το μαγαζί... λάθος, μετά να δεις δουλειά που γίνεται...
<Ξ> : τι λες βρε παιδί μου, είπε ο άντεβρεΞουτ που ανασηκώθηκε λίγο από τη ραχατλίδικη θέση του γιατί, η αλήθεια είναι, ότι του κίνησε την περιέργεια αυτό το τελευταίο κόμμάτι δουλειάς μιας νεράιδας. Ο άντεβρεΞουτ νόμιζε ότι οι νεράιδες δρουν ανεξαιρέτως, ότι τα προλαβαίνουν όλα αλλά επίσης δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η δουλειά μιας νεράιδας προϋποθέτει τόση προπαρασκευή... "Αμ δεν είναι σαν κι εμάς που διαλέγουμε στην τύχη ποιον θα πειράξουμε, τι θα του κάνουμε, με ποιον θα τον βάλουμε να τσακωθεί, ποιον θα ερωτευτεί" συλλογίστηκε ο άντεβρεΞουτ με περισσή σοβαρότητα...
<Ν> : εμ τι ; γι' αυτό σου λέω, άσε με με τις κουβέντες, βιάζομαι έχω ήδη αργήσει... ευτυχώς που δεν χτυπάω κάρτα, είμαστε αυτοδιαχειριζόμενες βλέπεις, αν δεν έχω προλάβει να κάνω όσα έχω σχεδιάσει για την ημέρα, δυστυχώς το πάω μέχρι αργά το απόγευμα - αλλά πάντα με φως ήλιου, φυσικό... ποτέ όταν ήδη έχει αρχίσει να σουρουπώνει, ποτέ ! ... εντάξει, η αλήθεια είναι ότι αν είναι καμιά ωραία μέρα σαν τη σημερινή κι έχω τακτοποιήσει πολλά απ' αυτά που έχω σχεδιάσει, ε πάω και τις βολτούλες μου... εξάλλου δεν είναι και πολύ κακό να αφήνεις τους ανθρώπους να περιμένουν και λίγο πριν τους κάνεις κάποιο καλό... πού ξέρεις; μπορεί να ενεργοποιηθούν και μόνοι τους... πάν' απ' όλα, λοιπόν, η διαπαιδαγώγηση... άρα, όπως καταλαβαίνεις, ακόμη κι όταν δίνουμε λίγη "αδεια" στον εαυτό μας δεν είναι για να ξεκουραστούμε κυρίως όσο για να δώσουμε το περιθώριο στους ανθρώπους να φροντίσουν και λίγο οι ίδιοι τη μοίρα τους... ευτυχώς που ο Δημιουργός έχει εισάγει πολλή τυχαιότητα στις συμπεριφορές των ανθρώπων κι έτσι δεν πλήττουμε...
<Ξ> : έεελα, ποτέ όμως δεν μου αφιερώνεις λίγο χρόνο... νομίζω ότι δεν μ' έχεις προσέξει καθόλου... δεν σου κρύβω ότι πολλές φορές σε "παραμονεύω" τα πρωινά που φέυγεις και σκέφτομαι διάφορα.... τέλος πάντων, άσ' τα αυτά, σήμερα που είναι τόσο ωραίος ο καιρός μπορούμε να περάσουμε τη μέρα παρέα... τι λες ; τελείωσε με λίγο νάζι ο άντεβρεΞουτ τη φράση του
Η Νερά-ειδα του έριξε μια πλάγια ματιά, ξαναγύρισε από την άλλη μεριά το κεφαλάκι της κι ετοιμάστηκε να πετάξει προς τη "δουλειά" της... αλλά πάλι δεν μπόρεσε ν' αποφύγει το σκανταλιάρικο ύφος του άντεβρεΞουτ που την κοιτούσε προκλητικά αδιάφορα αλλά και με νόημα...
<Ν> : ... τι εννοείς "σκέφτεσαι διάφορα όταν με βλέπεις να φεύγω τα πρωινά" ;
<Ξ> : ε, να... ότι ... άσ' το, ασ' το τώρα...
<Ν> : τι ; για πες ! όχι, για πες !
<Ξ> : ε, να, ότι έχουμε περάσει τη νύχτα μαζί και τέτοια...
<Ν> : χμμμμμ - έκανε η Νερά-ειδα αλλά αμέσως αντιπαρήλθε τον δισταγμό της και ξαναπέρασε στην "αντεπίθεση" : ε, ναι κι εκείνη τη φορά που επέμεινες να βγούμε μαζί το βράδυ να πειράξουμε ανθρώπους θυμάσαι τι έγινε ! Ήπιατε εσύ και οι φίλοι σου και μας μπερδέψατε με τους ανθρώπους και μας σκαρώσατε σκανταλιές με τα Τρόλ του Δάσους και ούτε και ξέρω πώς καταφέραμε να μην τσακωθούμε μαζί τους από τις παρεξηγήσεις που προέκυψαν ! Ακόμη θυμάμαι πώς έτρεχα να ξεφύγω από τα κλαδάκια εκείνου του μεγαλούτσικου Τρολ που καθώς με κυνηγούσε του είχαν πέσει τα βρακιά του κι ούτε κι ήξερε τι έλεγε... Σε εμπιστεύτηκα τότε - αν θυμάσαι - κι ούτε το ραβδάκι μου δεν είχα πάρει μαζί μου. Ακόμη δεν την έχω ξεχάσει εκείνη τη βραδιά !
<Ξ> : ναι, αλλά την επομένη το πρωί άκουγα εσένα και τις φιλενάδες σου που χαζογελούσατε καθώς διηγόσασταν τι είχε σχεδόν συμβεί στην καθεμία... και καυχιοσασταν που διαπιστώσατε το ενδιαφέρον κάποιων Τρολ για κάποιες από σάς ! σωστά ; τελείωσε ο άντεβρεΞουτ τη φράση του με τα χέρια στην ευλύγιστη μεσούλα του που ήξερε πολύ καλά πώς να την κουνάει προκλητικά κατά περίπτωση...
<Ν> : ... ας πάει στα κομμάτια, ας μείνουμε παρεούλα σήμερα - ανακοίνωσε η Νερά-ειδα στην αρχή με προσποιητή παραχωρητικότητα και στη συνέχεια θριαμβευτικά... νομίζω ότι σήμερα δεν θα με αναζητήσουν πολλοί και πολύ... ας δούμε τι μπορούν να καταφέρουν και λιγάκι μόνοι τους άλλωστε. Ακούω ιδέες ! αναφώνησε προκλητικά η Νερά-ειδα.
<Ξ> : Τέλεια ! φώναξε και ο άντεβρεΞουτ που είχε σηκωθεί στο μεταξύ στο ένα του πόδι πάνω στο κλαδί του κοντόχοντρου μπαομπαμπ κι έκανε αριστοτεχνικές πιρουέτες. Λέω, που λες, να σε πάω σήμερα σε μία χώρα πάνω στη Γη που τη λένε Νεραϊρλάνδη (η σημερινή Ιρλανδία - μετά τον έντονο διωγμό που υπέστησαν εκεί οι νερά-ειδες, "εφυγε" και το πρώτο συνθετικό του ονόματος της χώρας Νερα-, έμειναν όμως τα νερά). Εκεί είναι κατ' εξοχήν τόπος για Νεράιδες και Ξωτικά ! Έχουμε πολλούς "συναδέλφους" εκεί !
<Ν> : εντάξει, λοιπόν, πήγαινε με εκεί.... μ' αρέσουν τα ταξίδια !!!


... και το ταξίδι μέσα στον Χρόνο - πιθανώς - συνεχίζεται
... λέει ο θρύλος

Έρως όπως Ύδωρ

Ανάμνηση διάλεξες να κάνεις το Παρόν
γεγονός σε Χρόνο Παρελθόν-τα
ταρριχεύεις τα αισθήματα
για να τα διατηρήσεις στη ζωή
αλλά Ζωή δίχως σκιρτήματα
σπασμούς ερωτικούς
Αθανασία δεν είναι
μα Λήθη νεκρική
γεμάτη Ανεκπλήρωτα
σα λίστα με αδικήματα
παραγραφέντα ... και ταφέντα

Έρωτα το Ανεκπλήρωτο βαφτίζεις
σε μια Ζωή παρελθούσα να το διατηρήσεις
εντός σου το Υπέρτατο να κρατήσεις
με οικονομία για να συντηρήσεις
τον Έρωτα, να μην ξοδευτεί

μα το Υπέρτατο βιώνεται
κι από το "ξόδεμα" αναπαράγεται
ορμητικότητα χειμάρρου του πρέπει
σταγόνες λειψυδρίας δεν το συντηρούν
σαν το τελευταίο φλασκί νερού
που στην έρημο μαζί σου έχεις
κι όταν αυτό τελειώσει ξέρεις
πως μέρες μετρημένες
στην άνυδρη έκταση έχεις

με έργα αντιπλημμυρικά
και κανάλια αρδευτικά
δεν το τιθασσεύεις
προς κατευθύνσεις χωρίς ζημιά
να το εκτρέψεις

τη Δύναμή του να σου δείξει
το αφήνεις
φράγματα κι εμπόδια
δεν του στήνεις

οιμέ τι πλάνη οικτρή
τη Δύναμη του Νερού ν' αποτρέψεις
τα Πάντα εντός σου αφήνεις
να κατακλύσει, να σκεπάσει
να πλημμυρίσει

κι απ' τη λάσπη σου αυτή
το Σύμπαν άσε
την Κοσμική εμπειρία να μεταφέρει
στους μελλοντικούς απέλπιδες
του κόσμου τούτου....

Στην Παρατηρήτρια

Της είπε :
".... είσαι μια Παρατηρητριούλα της Ζωής,
αυτό είσαι....
συναισθηματική και οξυδερκής...
γι' αυτό και γρήγορα τους ανθρώπους κατα-λα(μ)βα(ί)νεις...
κι έτσι πραγματικά να τους εκτιμάς μπορείς
αλλά κι εξίσου κατηγορηματικά να τους απορρίπτεις...

η οξυδέρκεια και ο συναισθηματισμός σου - ο πραγματικός όμως -
σε κάνουν ακλόνητα (σχεδόν) αλάνθαστη σ' αυτές σου τις εκτιμήσεις...
σου χαρίζουν τη σιγουριά της ύπαρξής σου
που έτσι δεν έχει και δεν φτιάχνει όρια στη συμπεριφορά σου...

έτσι, μπορείς να γίνεις ξωτικούλα με τσαχπίνικη ματιά
μπορείς να γίνεις "μπέμπα" με διαβολική κορμοστασιά
μπορείς να γίνεις Θηλυκό με τσαμπουκά
μπορείς να γίνεις μαγκάκι που δεν κολάει πουθενά
. . .
γιατί είσαι μια Κοινωνικά Σοφή με Γνώση και Αυτογνωσία"

Της ψιθύρισε :
Δεν ξέρω πόση εμπιστοσύνη έχασες από τους ανθρώπους ή
με πόση απ' αυτή πλήρωσες το "χτίσιμο" αυτού του Εαυτού
πόσο φόρο Πόνου πλήρωσες για να μάθεις και
πόσα ακοίμητα βράδια αναλογιζόσουν τι πήγε στραβά
πόσα ξενύχτια σε κείνο το σκληρό από την
αγανακτισμένη απραξία μαξιλάρι δεν έκλεινε το μάτι
πόσα τριγυρίσματα σε δρόμους άδειους ξόδεψες σε ώρες πρωινές ή
ανάμεσα σε φάτσες άγνωστες και μέρη γνώριμα ντουμανιασμένα από καπνό
με μουσική δυνατή για να ξεχαστείς και να ξεχάσεις αυτά που δεν έκανες
- κι έπρεπε
για να προσπαθήσεις να φανταστείς αν και
πόσο διαφορετικά θα μπορούσαν να είναι τα πράγματα
και τέλος, με πόση Αηδία κατέθεσες την απαξίωσή σου
στην Υπέρτατη Ανθρώπινη Σχέση
.... για να ξαναρχίσεις μετά από Καιρό πάλι απ' την αρχή ...
με διαφορετικά λάθη, συνήθειες και θεωρήσεις αυτή τη φορά
- την Κάθε Φορά
κι ας είπες "Δεν θα ξανακάνω ποτέ τα ίδια πια"

Είπε στον εαυτό του :
Μα σ' αυτά τα ίδια καταλήγει η Ανθρώπινη Ύπαρξη -
αλλά από άλλο δρόμο κάθε φορά και με άλλη ...
... Φόρα
αυτή η αέναη επανάληψη γοητεύει το Ανθρώπινο Ον
γι' αυτό και ο Δημιουργός φρόντισε να του την παρέχει σε ...
... Όλα
Η Δημιουργία είναι το πιο ασφαλές εργαστήριο γι' αυτά τα πειράματα

Ξωτική

Κολυμπούσε μέσα στα κρύα - σχεδόν παγωμένα - νερά του Δεκέμβρη... ο αδύναμος απογευματινός ήλιος ήταν η μόνη ψευδαίσθηση ζεστασιάς σ' ένα κατά τ' άλλα διαυγές περιβάλλον... ουρανός καταγάλανος, ατμόσφαιρα λεπτή και διαυγής... το καθρέφτισμα του απογευματινού φωτός πάνω στο νερό τον τύφλωνε γι' αυτό βύθιζε πότε πότε το πρόσωπό του μέσα στο νερό για να κοιτάξει μέσα στον πεντακάθαρο βυθό... χανόταν η σκέψη του μέσα στο βάθος του υδάτινου όγκου... αναλογιζόταν πως από τότε που μπήκε η Ξωτική στη ζωή του, ξανάρχονταν εικόνες στο μυαλό του από ιππότες, δεσποσύνες, πανοπλίες, άλογα, κάστρα στις καταπράσινες όχθες λιμνών...

... είχε περάσει πολύ καιρό σε σκοτάδι Μεσαιωνικό, παρέα με τους Σταυροφόρους της Ιερουσαλήμ, είχε λαβωθεί από ένα Σαρακηνό βέλος μακριά στις ερήμους και τους κατάξερους βράχους του Σινά, κατόρθωσε όμως να συρθεί σε κακό χάλι μέχρι το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης όπου οι μοναχοί τον μάζεψαν και τον περιέθαλψαν...

... όταν άρχισε να γίνεται καλά με τα γιατροσόφια των μοναχών ξεθάρρεψε και περπατούσε αδυνατισμένος ακόμη μέσα στα σοκάκια του μοναστηριού... σε μία απ' αυτές τις περιορισμένες βόλτες του κατέληξε σ' εκείνο το δωμάτιο όπου οι μοναχοί φυλάνε τα κρανία των Αδελφών τους που απεβίωσαν - το δωμάτιο αυτό είναι καγκελόφραχτο και τα κρανία σχηματίζουν ήδη έναν αρκετά ψηλό σωρό... κλονίστηκε λίγο από το μακάβριο του θεάματος αλλά ίσως έτσι αντιμετωπίζουν οι μοναχοί τα φαντάσματα του παρελθόντος και μάλιστα προσφιλών προσώπων... όχι σαν κι εκείνον που άφησε τα φαντάσματα να κάνουν τη ζωή του τίποτα λιγότερο από μια σκηνή για τον χορό τους... Φαντάσματα ζωντανά και πεθαμένα... Η ανυπαρξία προσώπων του είχε γίνει πια πολύ προσφιλής, ακόμη και οι άνθρωποι γύρω του ήταν - ήθελε να είναι - χωρίς πρόσωπα... για να μην δεθεί μαζί τους... φοβόταν τον κόσμό των ζωντανών με τα αισθήματα και τα συναισθήματά τους... φοβόταν την διεκδίκηση της ύπαρξής του από εκείνη την Μία, που θ' αποκτούσε "δικαιώματα" πάνω του... πόσο θα του έπαιρνε ακόμη να επιστρέψει στη Γη, στα γήινα ; ... πόσο καιρό θα του έπαιρνε ακόμη η αναρρίχηση στο Φως ; ...

... τις νύχτες του άρεσε να κάθεται στο παραθύρι του δωματίου που του είχαν παραχωρήσει οι μοναχοί στον ψηλό πυργίσκο της οχύρωσης του μοναστηριού και ν' αγναντεύει τη θέα στην Ερυθρά Θάλασσα ... μα ποια θάλασσα ; η Ερυθρά Θάλασσα δεν φαινόταν από το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης... πάντα του άρεσε όμως να βλέπει τη θάλασσα και η νοερή - κατά τ' άλλα - αυτή θέα του έκανε καλό, ιδιαίτερα εκείνες τις σκοτεινές νύχτες με φεγγάρι... η μαύρη άβυσσος γεφύρωνε τη γη με το μακρινό νερό... όμως, του φαινόταν πως ούτε το φως του φεγγαριού δεν κατάφερνε να διαπεράσει τη σκοτεινιά της νύχτας - ίδια με την άβυσσο μέσα του - και να οδηγήσει τη ματιά του στο γαλάζιο...

...ο καιρός πέρασε, το τραύμα από το δηλητηριασμένο βέλος έγιανε και σιγά σιγά φωτιζόταν και η άβυσσος που είχε κάποτε ανοίξει μέσα του... τη φώτιζε πια το ίδιο αυτό Φεγγάρι που τόσους μήνες του έκανε παρέα... εκεί στο παραθύρι που "έβλεπε" την μακρινή Ερυθρά Θάλασσα ...

Ο ίδιος Δεκέμβρης ήταν σαν τώρα, μόνο που εκεί η θερμοκρασία της ερήμου ήταν ψηλότερη, το τόξο που χάραζε η πορεία του ήλιου σηκωνόταν πολύ ψηλά και σιγά σιγά αυτό χαρακτήριζε και τη διάθεσή του... ήξερε ότι η Ξωτική έμπαινε στη ζωή του, η Γοητεία και τα Αισθήματα κέρδιζαν έδαφος από την Ύπαρξή του .... ήθελε αυτή να είναι η Οδηγός του... στο Ταξίδι της Ζωής... να τον παίρνει από το χέρι και να τον σεργιανάει στον Κόσμο Της, μέσα στον Αέναο Χρόνο... η εικόνα που "έβλεπε" πια μπροστά του ήταν αυτός, ένας μικρούλης να τον τραβολογούν τα πανέμορφα, κατάλευκα και όλο πλαστικότητα χέρια της Ξωτικής μέσα στην αστρική σκόνη του Χρόνου, χωρίς βαρύτητα, χωρίς όρια... το βάρος του μακριού διχτυωτού του θώρακα ήταν αμελητέο για τη δύναμη του ολόλευκου φωτεινού μανδύα της Ξωτικής του... τόσα χρόνια είχε συνηθίσει τη δύναμη του αλόγου του - μιας σκούρας καφέ φοράδας από τη Σαμαρκάνδη, του "Κάστρου από Βράχο" όπως λεγόταν στα αρχαία Περσικά η πόλη βόρεια από τα υψίπεδα του Ουζμπεκιστάν - σαν κάτι το αξεπέραστο... όμως, η δύναμη της Ξωτικής του είχε κάτι το Συμπαντικά και Αρχέγονα Ισχυρό, σαν τις δυνάμεις της Φύσης που κρατούν σε ισορροπία τα έργα της Δημιουργίας... δεν μπορούσε παρά να την ακολουθήσει, δεν ήθελε καν να της αντισταθεί...

... άρχισε να πιστεύει - ήταν μάλλον πια σίγουρος - ότι το φεγγάρι που τόσους μήνες του κρατούσε παρέα εκεί μακριά στη νυχτερινή σκοτεινιά που τύλιγε τη θέα της Ερυθράς Θάλασσας από το παραθύρι του πυργίσκου στο μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης ήταν αυτή η ίδια η υπερκόσμια λάμψη της Ξωτικής που τον περίμενε ...
... αυτή που φώτισε την άβυσσο μέσα του ...
... ας ήταν αυτή η Μία που θ' αποκτούσε δικαιώματα πάνω στη ζωή του...